Η κρίση του μεταναστευτικού –προσφυγικού, ζήτημα πολιτικής προστασίας και πολιτικής άμυνας.
Του Γιάννη Σταμούλη Προέδρου Δ.Σ. ΕΑΠΣ
Η ραγδαία αύξηση των μεταναστευτικών ροών της χώρας μας, τις τελευταίες μέρες πέρα από το αυτό καθαυτό ανθρωπιστικό του χαρακτήρα, έφερε την οργανωμένη πολιτεία μπροστά σε ένα δυσχερέστατο και δυσκολοδιαχείριστο πρόβλημα. Σαφώς και η διαχείριση ενός τόσο τεράστιου προβλήματος ξεπερνά τις εθνικές δυνατότητες καθόσον η ουσιαστική του επίλυση επιβάλει πρωτίστως την ευρωπαϊκή και διεθνή αντιμετώπιση του προβλήματος. Όμως η Ελληνική Πολιτεία πέρα από τις οποιοσδήποτε εξελίξεις σε αυτά τα επίπεδα έχει την υποχρέωση να διαχειριστεί με τις εθνικές της δυνάμεις σε πρώτη απόκριση, το πρόβλημα, με γνώμονα την παροχή ασφάλειας στους δικούς της πολίτες και διασφάλιση της πολιτικής προστασίας στην χώρα, από την μία και την παροχή ανθρώπινων συνθηκών διαβίωσης στους πρόσφυγες και την τήρηση της νομιμότητας με εξίσου ανθρώπινες συνθήκες στους παράτυπους μετανάστες.
Η διαμορφωθείσα κατάσταση σαφώς και δεν έχει προηγούμενο, καθότι πρόκειται για μια μεγάλη μετακίνηση πληθυσμού, που εισέρχεται στη χώρα είτε ως πρόσφυγες ή άτυποι μετανάστες, κινούνται ανεξέλεγκτα στη χώρα, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα οργανωμένης διαμονής, στέγασης, διατροφής, περίθαλψης. Αν στο παραπάνω προστεθεί το κλείσιμο των συνόρων, προστίθεται ο παράγοντας του αγνώστου χρόνου παραμονής τους στην χώρα.
Η περιγραφή της «κρίσης» σαφώς και δεν είναι απλή υπόθεση. Πρόκειται για χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι πέρα από τον χαρακτηρισμό πρόσφυγας ή μετανάστης, είναι διαφορετικής εθνότητας, θρησκεύματος, ένας μεγάλος αριθμός είναι με οικογένειες, ένας άλλος χωρίς, ενός στο σύνολό τους βρίσκονται σε κατάσταση απόγνωσης, χωρίς να μπορούν να διαχειριστούν από τις δημόσιες αρχές με συνήθεις διαδικασίες. Μια διαχείριση που πρέπει να συνδυάσει την εξασφάλιση βασικών αναγκών, σε προσωρινή στέγαση, διατροφή και υγειονομική κάλυψη έκτακτων αναγκών. Παράλληλα όλο αυτό το πλέγμα παροχών πρέπει να εμπεριέχει συνθήκες ασφαλείας και δημόσιας τάξης προς το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας αλλά και να διασφαλίζει ευαίσθητα ζητήματα εθνικής άμυνας.
Η αντιμετώπιση των συνεπειών του «μεταναστευτικού κύματος» σε επίπεδο «διαχείρισης» ως συμβάν πολιτικής προστασίας δεν έχει προβλεφθεί ως σχεδιασμός και πρόβλεψη στο σχετικό παράρτημα του Γενικού Σχεδίου της Πολιτικής Προστασίας «Ξενοκράτη» (Υ.Α.1299/2003). Μια μόνο πτυχή της «ανθρωπιστικής αυτής κρίσης» προσομοιάζει με τις βλαπτικές συνέπειες από δασικές πυρκαγιές ή σεισμούς, όπου υπάρχει έκτακτη ανάγκη στέγασης και σίτισης μετά από καταστροφές ή καταρρεύσεις κτιρίων. Αλλά και από το θεμελιώδη θεσμικό κείμενο της Πολιτικής Προστασίας στην χώρα, τον Ν.3013/2002 (άρθρο 1) φαίνεται η μη πρόβλεψη διαχείρισης της μεταναστευτικής κρίσης, καθώς αναγράφεται ότι: η πολιτική προστασία της χώρας αποβλέπει στην προστασία της ζωής, υγείας και περιουσίας των πολιτών από φυσικές, τεχνολογικές και λοιπές καταστροφές που προκαλούν καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, κατά τη διάρκεια ειρηνικής περιόδου. Στο πλαίσιο του ίδιου αυτού σκοπού περιλαμβάνεται η μέριμνα για τα υλικά και πολιτιστικά αγαθά, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τις υποδομές της χώρας, με στόχο την ελαχιστοποίηση των συνεπειών των καταστροφών.
Στο άρθρο 2 του ίδιου άρθρου εξειδικεύεται ότι η καταστροφή νοείται κάθε ταχείας ή βραδείας εξέλιξης φυσικό- φαινόμενο ή τεχνολογικό συμβάν στο χερσαίο, θαλάσσιο και εναέριο χώρο, το οποίο προκαλεί εκτεταμένες δυσμενείς επιπτώσεις στον άνθρωπο καθώς και στο ανθρωπογενές φυσικό περιβάλλον. Το ίδιο βλέπουμε να επαναλαμβάνεται στην πιο πρόσφατη ρύθμιση για την αναβάθμιση της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας Ν.4249/2014, όπου στο άρθρο 104, αναφέρεται ότι η Γ.Γ.Π.Π. «έχει ως αποστολή τη μελέτη, το σχεδιασμό, την οργάνωση και τον συντονισμό δράσης για την εκτίμηση κινδύνου, την πρόληψη, ετοιμότητα, ενημέρωση και αντιμετώπιση των φυσικών τεχνολογικών και λοιπών καταστροφών ή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, το συντονισμό των δράσεων αποκατάστασης, τον έλεγχο εφαρμογής των ανωτέρω…»
Αν τώρα αυτήν την κρίση, την θεωρήσουμε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, τον ορισμό της θα τον αναγνώσουμε στο άρθρο 16 του Ν.2936/2001, όπου ως κατάσταση έκτακτης ανάγκης θεωρείται «κάθε αιφνίδια κατάσταση που προκαλείται από φυσικά ή άλλα γεγονότα τεχνολογικά ή πολεμικά και έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ή την απειλή δημιουργίας εκτεταμένων απωλειών, ζημιών και καταστροφών σε έμψυχο ή άψυχο δυναμικό της χώρας ή την παρακώλυση και διατάραξη της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας». Και ο ορισμός αυτός χρησιμοποιείται για να εξειδικεύσει την αντίστοιχη απαίτηση του Ν.Δ. 17/1974 (περί ΠΣΕΑ) όπου στο άρθρο 2 αναγράφεται «πολιτική κινητοποίησις νοείται η μετάπτωσις των πολιτικών δυνάμεων εκ της καταστάσεως ειρήνης εις πολεμικήν τοιαύτην ή εις κατάστασιν αντιμετωπίσεως των εκτάκτων εν ειρήνη αναγκών»
Και εφόσον η συνολική διαχείριση της κατάστασης επιδεινώνεται, σύμφωνα με το άρθρο 19 του ίδιου νόμου είναι στην ευχέρεια του κ. Πρωθυπουργού «η πολιτική κινητοποίηση γενική ή μερική εφόσον κρίνεται τούτο επιβεβλημένον προς αντιμετώπισιν εκτάκτων εν ειρήνη αναγκών.» Βέβαια οι περισσότερες διατάξεις του παραπάνω νόμου που αφορούν την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης έχουν καταργηθεί από τον νεότερο Ν.3013/2002.
Στα παραπάνω βέβαια όπως πολύ σωστά επισημαίνει μια εξαιρετική γνώστης των θεμάτων πολιτικής προστασίας στην χώρα μας η Δρ. Ασπασία Καραμάνου η διάκριση μεταξύ της ομαλότητας και της εξαίρεσης είναι ιδιαίτερα δυσχερής και η επείγουσα και απρόβλεπτη ανάγκη επιδεινώνεται και αλληλοσυγχέεται με τις καθημερινές ανάγκες. Το προσφυγικό ποιά καταστροφή είναι που θα προκαλούσε την κήρυξη μιας έκτακτης κατάστασης ανάγκης προκειμένου να ληφθούν μέτρα επαναφοράς σε κατάσταση ομαλότητας;
Επί της ουσίας η αντιμετώπιση της κρίσης εξαιτίας του μεταναστευτικού στην πατρίδα μας ξεπερνάει τις υφιστάμενες θεσμικές προβλέψεις. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερη προσοχή στην ανάγνωση της έννοιας της εξαιρετικής περίστασης ώστε να μην γίνει καταχρηστική επίκληση της έννοιας της έκτακτης ανάγκης. Το προσφυγικό δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί μονοσήμαντα π.χ. ως περιστατικό πολιτικής προστασίας γιατί στο επόμενο βήμα θα αγνοηθεί η απαραίτητη διασύνδεση των εξαιρετικών μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση μιας έκτακτης ανάγκης με το στοιχείο της προσωρινότητας και της αναλογικότητας και τα μέτρα που θα ληφθούν θα μετατραπούν σε μόνιμα.
Παράλληλα αναδείχθηκε κάτι που επί χρόνια μελετάται στις Σχολές άμυνας και ασφάλειας στη χώρα μας, δηλ. την ανάγκη επικαιροποίησης των σχεδίων πολιτικής άμυνας-πολιτικής προστασίας και της προσπάθειας ενοποίησης των επιμέρους σχεδιασμών άμυνας-ασφάλειας-πολιτικής προστασίας.
Αυτό που άμεσα απαιτείται είναι η θεσμική πρόβλεψη της διαχείρισης των συνεπειών της μεταναστευτικής κρίσης, ώστε να προβλεφθεί ο γενικός συντονιστής – υπηρεσία και να συνταχθεί το γενικό σχέδιο διαχείρισης και οι αναγκαίοι πόροι και μέσα για την υλοποίησή του. Η κατάσταση από ότι φαίνεται δεν έχει βραχύ χρόνο παρουσίας στη χώρα και για αυτό έστω και τώρα η ανάγκη οργάνωσης βάση σχεδίου θα θωρακίσει και την ασφάλεια και την πολιτική προστασία της χώρας, με τους αναγκαίους κανόνες ουμανισμού και ανθρωπιάς που χαρακτηρίζει τον φτωχό αλλά φιλόξενο λαό μας.